Το στοιχειωμένο αρχοντικό του Πηλίου

 Tο επιβλητικό αλλά εγκαταλειμμένο σήμερα αρχοντικό Κοντού βρίσκεται στα Άνω Λεχώνια Πηλίου. Την ιστορία του σπιτιού συνοδεύει ο αστικός μύθος ότι στοίχειωσε μετά τον θάνατο των παιδιών της οικογένειας.

Βγαίνοντας από τον Βόλο και ακολουθώντας τη διαδρομή προς το Νότιο Πήλιο, πάνω σε μια στροφή στα Λεχώνια ο ταξιδιώτης μένει έκπληκτος βλέποντας ένα σπίτι που η όψη του δεν έχει την παραμικρή σχέση με την τυπική αρχιτεκτονική του Πηλίου. 

Πρόκειται για εξαιρετικό δείγμα εκλεκτικισμού, σχεδιασμένο από τον Ιταλό μηχανικό Εβαρέστο ντε Κίρικο, τον πατέρα του ζωγράφου Τζόρτζιο ντε Κίρικο, την ίδια εποχή που κατασκεύαζε τη σιδηροδρομική γραμμή η οποία ενώνει τον Βόλο με τις Μηλιές (το τρενάκι του Πηλίου), αλλά και τους σταθμούς του τρένου, στις αρχές του περασμένου αιώνα.

Για την ιστορία το εντυπωσιακό νεοκλασικό αρχοντικό χτίστηκε το 1900 για τον Ρώσο πρέσβη Νικόλαο Κοντό, ο οποίος έζησε σε αυτό με την σύζυγό του και τα τέσσερα παιδιά τους.

Πρόκειται για ένα από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα του νεοκλασισμού, το οποίο αποτελείται από ημιυπόγειο και υπόγειο, πρώτο όροφο και σοφίτα. Στο ισόγειο ανατολικά και δυτικά της εισόδου υπάρχει σάλα, κουζίνα και τουαλέτα, ενώ έξω από τις σάλες μεγάλα στέγαστρα για τους καλοκαιρινούς μήνες.

Στον πρώτο όροφο περιμετρικά της κλίμακας υπάρχουν εννιά δωμάτια και δύο λουτρά. Στη σοφίτα περιμετρικά της κλίμακας υπάρχουν πέντε δωμάτια και λουτρό Στη σοφίτα έμεναν οι τρεις υπηρέτριες.

Κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το αρχοντικό, όπως και πολλές άλλες ελίτ βίλες και αρχοντικά της Ελλάδας, καταλήφθηκε από τους Ναζί, οι οποίοι το χρησιμοποίησαν ως αρχηγείο τους, όπου ανέκριναν και βασάνιζαν Έλληνες πολεμιστές. Δεν ήταν λίγοι, μάλιστα, οι Έλληνες που στο υπόγειο του αρχοντικού βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν.

Σήμερα το αρχοντικό αποτελεί μνημειακό πρότυπο για την περιοχή. Επιφορτισμένο με ιστορίες του υπερφυσικού που σχετίζονται με θανάτους και εκτελέσεις που έγιναν εκεί, το σπίτι, πέρα από την ανυπόκριτη αυτοδυναμία και τη ρομαντική έκφραση που προβάλλει, συνδυάζει και μία σκοτεινή γοητεία, που το κάνει να δεσπόζει με το στιβαρό του όγκο ακόμη πιο ιδιαίτερο και πιο επιβλητικό, προσελκύοντας το ενδιαφέρον πολλών επισκεπτών. 

Πολλές είναι οι μαρτυρίες ανθρώπων που περνάνε έξω από αυτό το σπίτι αναφέροντας πως μερικές φορές ακούνε κραυγές, κλάματα και παράξενους ήχους όπως αλυσίδες.

Πρώτοι κάτοικοί του ήταν η οικογένεια Κοντού. Ο ίδιος ο Κοντός είχε υπηρετήσει ως πρέσβης της Υψηλής Πύλης στη Βιέννη και εγκαταστάθηκε στα Λεχώνια όταν αποσύρθηκε. Από το 1865 υπήρξε ένας από τους ισχυρότερους άνδρες στην Κεντρική Ελλάδα. 

Η περιουσία του απλωνόταν από την αυτοκρατορική Ρωσία, στην Λοζάννη της Ελβετίας, την Αθήνα και τον Βόλο. Οι ρίζες του πήγαιναν πίσω στην Ανακασιά της Μαγνησίας όπου και εκεί η οικογένειά του ήταν άρχοντες.

Η κακοδαιμονία του σπιτιού άρχισε ευθύς αμέσως με την κατοίκησή του. Κατά το μύθο, μια σαύρα έπεσε στην καράφα με το γάλα που θα έπιναν τα τρία παιδιά της οικογένειας. 

Πέθαναν από δηλητηρίαση και το ταφικό τους μνημείο, στο νεκροταφείο Βόλου, παρουσιάζει ακριβώς ένα τραπέζι, τρία καρεκλάκια, την καράφα και τη σαύρα στο χείλος της.

Το στοιχειωμένο αρχοντικό του Πηλίου - Το ταφικό μνημείο
Το ταφικό μνημείο στο νεκροταφείο του Βόλου, στο οποίο παρουσιάζεται ένα τραπέζι με μία καράφα και τρεις καρέκλες γύρω από αυτό, σε καθεμιά από τις οποίες αναγράφεται και ένα από τα ονόματα των παιδιών της οικογένειας. Κάτω από την τραπεζαρία έχει σκαλιστεί το σαμιαμίδι, ενώ πάνω της υπάρχει χάρτης της Ευρώπης και πιο συγκεκριμένα της Ελβετίας.

 Άλλοι πάλι αναφέρουν πως τα παιδιά δηλητηριάστηκαν από μια υπηρέτρια προκειμένου να κληρονομήσουν το σπίτι συγγενείς και άλλοι πως πέθαναν από φυματίωση. 

Το δράμα της οικογένειας, ωστόσο, δεν συνάδει ακριβώς με τον αστικό θρύλο που συνοδεύει το αρχοντικό της στο χωριό. Τα τρία από τα τέσσερα παιδιά της, λοιπόν, η Ελένη, ο Κώστας και η Κατίνα πέθαναν από φυματίωση, και όχι όπως λέει ο μύθος από δηλητηρίαση. 

Πιο συγκεκριμένα η Κατίνα πέθανε στις 9 Απριλίου του 1896 στο Βόλο σε ηλικία 16 ετών και η αδερφή της την ίδια χρονιά στη Γενεύη της Ελβετίας, στο σανατόριο των φυματικών σε ηλικία 15 χρόνων.

Η οικογένεια, λόγω του κοινωνικού αποκλεισμού που προκαλούσε το άκουσμα και μόνο της φυματίωσης εκείνη την εποχή, άφησε να διαρρεύσει προς τα έξω η ιστορία με τη δηλητηρίαση από το σαμιαμίδι, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που κάνουν λόγο και για την δηλητηρίαση των παιδιών από την υπηρέτρια της οικογένειας, ώστε να κληρονομήσουν το αρχοντικό άλλοι συγγενείς.

Σε κάθε περίπτωση, ο αστικός θρύλος ενισχύεται και από το ταφικό μνημείο στο νεκροταφείο του Βόλου, στο οποίο παρουσιάζεται ένα τραπέζι με μία καράφα και τρεις καρέκλες γύρω από αυτό, σε καθεμιά από τις οποίες αναγράφεται και ένα από τα ονόματα των παιδιών της οικογένειας που χάθηκαν τόσο άδοξα σε μικρή ηλικία.

Μετά τον θάνατο των τριών παιδιών ο Κοντός στήριξε τις ελπίδες του στο μοναδικό εν ζωή παιδί του, την Θελξινόη. Το κορίτσι νόσησε και αυτό αλλά κατάφερε να επιζήσει. Παντρεύτηκε το Δημήτριο Αγνίδη, πρεσβευτή της Ελλάδας στο Λονδίνο και υπουργό Εξωτερικών της εξόριστης κυβέρνησης κατά τον πόλεμο.

Σύμφωνα με την αρχαιολόγο Βασιλεία Γιασιράνη η οποία για χρόνια ερευνά την ιστορία γύρω από τον τάφο και το νεκροταφείο των Ταξιαρχών, το μνημείο αρχικά βρισκόταν στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Το 1922 η μητέρα των παιδιών, Περσεφόνη, ζήτησε το ταφικό μνημείο να μεταφερθεί στον Βόλο όπου ζούσε η ίδια μόνιμα. 

Μάλιστα έκανε και δωρεά μισού εκατομμυρίου δραχμών, στο νοσοκομείο του Βόλου «προς νοσηλείαν και των εν αυτώ εκάστοτε ασθενών και ιδία και εν τω δια φθισικούς προορισμένω τμήματος». Η Περσεφόνη Κοντού είχε χάσει από το 1903 τον σύζυγό της, Νικόλαο, ο οποίος δεν μπόρεσε να αντέξει τον θάνατο των παιδιών του. Σήμερα η μαρμάρινη τραπεζαρία είναι ένα από τα διασημότερα μνημεία του παλαιού νεκροταφείου των Ταξιαρχών στο Βόλο.


Τόπος βασανιστηρίων της Γκεστάπο 


Το σπίτι πουλήθηκε την δεκαετία του 1920 στον Γεώργιο Αλπάκη, που είχε τρεις κόρες κι έναν γιο: τη Σεραϊνα, την Αριστέα, τη Φρόσω και το Νίκο. Το 1941 καταλήφθηκε από Γερμανούς, που εγκατέστησαν προσωρινά σ’ αυτό το αρχηγείο τους. Το 1944, εγκαταστάθηκε στο κτίριο η περιβόητη φιλογερμανική ΕΑΣΑΔ (Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσεως). 

Στη συνέχεια κατοικήθηκε από ανταρτόπληκτες οικογένειες, που έρχονταν από τα ανατολικά χωριά του Πηλίου. Επίσης στο ίδιο αρχοντικό κατοίκησαν πολλές οικογένειες από το Βόλο και τα Λεχώνια την περίοδο μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς του 1955.


Το άδοξο τέλος του αρχοντικού 


Το σπίτι άλλαζε χέρια, μέχρι που το 1960 το αγόρασε ο εργολάβος Κουτσιδάκης ή Κουφιδάκης, ο οποίος επισκευάζοντάς το χρησιμοποίησε υλικά κατώτερης ποιότητας. Στο σοβά χρησιμοποίησε υπολείμματα ασετιλίνης αντί για ασβέστη. 

Οι άριστα επιμελημένες τοιχογραφίες καταστράφηκαν. Ο ίδιος εργολάβος παραχώρησε μέρος της αυλής για να διαπλατυνθεί ο επαρχιακός δρόμος Βόλου-Τσαγκαράδας. 

Τρία χρόνια μετά αρρώστησε και πέθανε. Οι κόρες του το πούλησαν στο δικηγόρο Κίμωνα Χατζησταματίου. Το αρχοντικό που χρησιμοποιήθηκε και ως ξενοδοχείο στους Λεχωνίτες είναι γνωστό και με το όνομα «πολυκατοικία». 

Το 1985 με απόφαση της Μελίνας Μερκούρη, η οικεία χαρακτηρίζεται διατηρητέα. Το 1999 αγοράστηκε από τον τότε Δήμο Αρτέμιδος. Το 2005 ανατίθεται σε γραφείο η μελέτη, μετά και το ενδιαφέρον για αξιοποίηση του από τον Δήμο Αρτέμιδος. Σήμερα το αρχοντικό είναι ακατοίκητο και εσωτερικά μισοερειπωμένο και λεηλατημένο.

Οι φήμες, ωστόσο, για το κακότυχο αρχοντικό φαίνεται ότι συνεχίστηκαν καθώς αρκετές κακοδαιμονίες συνέβησαν και στις υπόλοιπες οικογένειες που κατοίκησαν στο αρχοντικό.




Ταξίδι στο Ανεξήγητο

Αντλήθηκαν πληροφορίες απο: Μηχανή του Χρόνου | newsbeast | http://trueterriblestories.blogspot.com | anolexonia.blogspot.com 

Ταξίδι στο Ανεξήγητο

Ταξίδι στο Ανεξήγητο

Ταξίδι στο Ανεξήγητο.Ένα ταξίδι στον κόσμο του ανεξήγητου, του μυστηρίου και της αναζήτησης