Είκοσι επτά αιώνες πριν από τον περίφημο φυσικό Στίβεν Χόκινγκ, ο λυρικός ποιητής Αλκμάν περιγράφει με παρόμοιο τρόπο τη γέννηση του Σύμπαντος
Αλκμάν: Ο αρχαίος Έλληνας Στίβεν Χόκινγκ

Είκοσι επτά αιώνες πριν από τον περίφημο φυσικό Στίβεν Χόκινγκ, ο λυρικός ποιητής Αλκμάν περιγράφει με παρόμοιο τρόπο τη γέννηση του Σύμπαντος

Όσα έλεγε ο περίφημος φυσικός Στίβεν Χόκινγκ για την κβαντική κοσμολογία η οποία, ως γνωστόν, περιγράφει τις διαδικασίες δημιουργίας του Σύμπαντος ­ περιέχονται σε ποιήματα που έγραψε ο Αλκμάν, ένας από τους μεγαλύτερους λυρικούς ποιητές της αρχαιότητας (μέσα 7ου π.Χ. αιώνα), όπως απέδειξαν σε πρόσφατη εργασία τους τέσσερις αστροφυσικοί του Πανεπιστημίου Αθηνών. 

Έτσι, εκτός από τον Δημόκριτο που θεωρείται ο πατέρας της σύγχρονης ατομικής φυσικής, φαίνεται ότι οι Έλληνες, μέσω του Αλκμάνος, έχουν προβλέψει, έστω και θεωρητικά, και άλλες σύγχρονες θεωρίες! 

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η κοσμογονική άποψη που διατυπώνεται από τον Αλκμάνα στα μέσα του 7ου π.Χ. αιώνα περιγράφει απόψεις πολύ αρχαιότερες οι οποίες συμπίπτουν με σύγχρονες κοσμολογικές υποθέσεις περί γεννήσεως του αισθητού από εμάς αστρικού σύμπαντος «από μια σημειακή ιδιομορφία στο εσωτερικό μιας λευκής οπής, η οποία ­ λόγω της χρονικής συμμετρίας των εξισώσεων του Αϊνστάιν ­ μπορεί να θεωρηθεί ως μια χρονικά ανεστραμμένη μαύρη τρύπα».

Η εργασία με τίτλο «Μια προσωκρατική κοσμολογική πρόταση» έγινε από τους κκ. Μάνο Δανέζη, Ευστρ. Θεοδοσίου, Θεοφάνη Γραμμένο και την κυρία Μαργιέλα Σταθοπούλου, αστροφυσικούς του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Πάπυρος με απόσπασμα έργου του Αλκμάνος
Πάπυρος με απόσπασμα έργου του Αλκμάνος

Τον Αλκμάνα τον γνωρίζαμε ως σήμερα ως έναν λυρικό ποιητή της αρχαιότητας. Η έκπληξη ήλθε το 1957 μετά τη δημοσίευση του παπύρου 2390 της Οξυρρύγχου (πόλη της Κάτω Αιγύπτου όπου σε ανασκαφές βρέθηκε ένας μεγάλος αριθμός παπύρων με ελληνικά κυρίως κείμενα που έχουν το όνομα της πόλης και έναν κωδικό αριθμό), ο οποίος χρονολογείται από τον 2ο μ.Χ. αιώνα.

Στον πάπυρο αυτόν διασώζονται τμήματα από ένα σχόλιο σε πεζό λόγο όπου αποκαλύπτεται ότι σε ένα από τα ποιήματά του ο Αλκμάν ασχολείται με ένα είδος θεογονικής κοσμολογίας. Το κεντρικό κομμάτι του σχολίου περιέχει συγχρόνως και «λήμματα», σύντομες δηλαδή φράσεις του Αλκμάνος.

…γιατί όταν η ύλη άρχισε να τακτοποιείται, δημιουργήθηκε ένα είδος πόρου (δρόμου, περάσματος), κάτι σαν αρχή. Λέει λοιπόν ο Αλκμάν ότι η ύλη όλων των πραγμάτων ήταν ταραγμένη και αποίητη, έπειτα γεννήθηκε κάποιος που τακτοποιούσε τα πάντα, έπειτα δημιουργήθηκε ένας πόρος και όταν παρήλθε αυτός ο πόρος, ακολούθησε ένα όριο (ή τέρμα, τέκμωρ). 

Και ο πόρος είναι η αρχή, ενώ το όριο σαν τέλος. Οταν γεννήθηκε η Θέτις, αυτά έγιναν η αρχή και το τέλος των πάντων και το σύνολο των πραγμάτων έχει φύσιν παρόμοια με το υλικό του χαλκού, ενώ η Θέτις με εκείνη του τεχνίτη και ο πόρος και το όριο (τέκμωρ) παρόμοια με εκείνη της αρχής και του τέλους.

…και τρίτο στη σειρά το σκότος, εξαιτίας του ότι ποτέ ως τότε ούτε ο Ηλιος ούτε η Σελήνη είχαν δημιουργηθεί, αλλά η ύλη ήταν ακόμη αδιαμόρφωτη. Δημιουργήθηκαν λοιπόν ο πόρος και το όριο (τέκμωρ) και το σκότος. 

Η ημέρα και η Σελήνη και τρίτον το σκότος. Η ακτινοβολία της ημέρας δεν ήταν πυκνή αλλά υπεβοηθείτο από (την ακτινοβολία) του Ηλίου, (διότι) προηγουμένως ήταν μόνο σκοτάδι, μετά δε αυτά (αυτή τη διαδικασία) ξεχώρισε από αυτό…

1 Αρχικά η ύλη ήταν ταραγμένη και αδιαμόρφωτη, δεν είχαν δημιουργηθεί ακόμη ούτε ο Ηλιος ούτε η Σελήνη και κατ’ επέκτασιν ούτε το αστρικό Σύμπαν. Δηλαδή το αντιληπτό από τις αισθήσεις μας αστρικό Σύμπαν δημιουργήθηκε μέσω ενός μη παρατηρήσιμου, αποίητου και αδιαμόρφωτου υλικού, το οποίο προϋπήρχε.

2 Τότε, στα πλαίσια του χώρου που ήταν γεμάτος από εκείνο το αόρατο και μη παρατηρήσιμο υλικό (μη ύλη), γεννήθηκε κάποιος που τακτοποιούσε τα πάντα (η Θέτις, το όνομα της οποίας προέρχεται από το ρήμα τίθημι, που σημαίνει τοποθετώ, ταξιθετώ ­ τα απαρέμφατα: τιθέναι, θέσθαι) σαν τεχνίτης.

3 Έπειτα στον χώρο της μη ύλης δημιουργήθηκε ένας πόρος (στενή διάβαση, διάδρομος) που έπαιξε τον ρόλο της αρχής. Δηλαδή η στενή αυτή διάβαση αποτέλεσε τον λώρο για να βγει η ταραγμένη, αδιαμόρφωτη και μη παρατηρούμενη ύλη από τον χώρο της αρχικής αισθητής ανυπαρξίας στον αισθητό χώρο του παρατηρήσιμου Σύμπαντος.

4 Ακολούθησε η δημιουργία ενός ορίου – το τέκμωρ – που σύμφωνα με τον φιλόλογο-μελετητή Μ.L. West ήταν ένα κατευθυντήριο σημάδι μέσα στον πόρο ή, σύμφωνα με τον γάλλο ελληνιστή J.Ρ. Vernant, μέσα στα αστέρια. 

Δηλαδή όταν η αποίητη και αδιαμόρφωτη ύλη διάβαινε το τέκμωρ καθίστατο αυτομάτως διαμορφωμένη και αισθητή, εφόσον μπορούσε να δημιουργεί αισθητά αντικείμενα, όπως ο Ηλιος και η Σελήνη. 

Κατά την άποψη του φιλολόγου G.S. Kirk, το τέκμωρ, ως όριο, πιθανότατα ταυτίζεται και με την έννοια του απείρου του Αναξιμάνδρου, ο οποίος επισκέφθηκε τη Σπάρτη (όπου έζησε ο Αλκμάν) μία γενιά αργότερα.

5 Ο πόρος και το τέκμωρ συνυπήρχαν με το σκότος ως ένα ενιαίο σύνολο διακριτών γεγονότων. Ασφαλώς ολόκληρο το σύστημα «πόρος – τέκμωρ – σκότος» βρισκόταν εκτός του αισθητού Σύμπαντος.

6 Μετά το όριο (τέκμωρ) δημιουργήθηκαν η ημέρα (πιθανότατα το φωτεινό μέρος του ημερονυκτίου και κατ’ επέκτασιν ο Ηλιος), η Σελήνη και το σκότος (πιθανότατα η νύχτα, το μη φωτεινό μέρος ­ σκοτεινό ­ του ημερονυκτίου). Μετά το όριο (τέκμωρ) αρχίζει να υλοποιείται το αισθητό Σύμπαν.

7 Το φως της ημέρας (ακτινοβολίες) δεν ήταν πυκνό, αλλά υπεβοηθείτο από την ακτινοβολία του Ηλίου. «Στο σημείο αυτό» επισημαίνουν οι αστροφυσικοί «είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι ο σχολιαστής δηλώνει πως το φως (οι ακτινοβολίες) της ημέρας «υπεβοηθείτο» από τον Ηλιο, ο οποίος κατά συνέπειαν δεν δημιουργούσε «εξ ολοκλήρου». 

Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ημέρα, στο σημείο αυτό του σχολίου, πιθανότατα δεν ταυτίζεται με το φωτεινό μέρος του ηλιακού ημερονυκτίου, αλλά με τη σημερινή σύγχρονη και γενικευμένη έννοια της παρουσίας ακτινοβολιών, δηλαδή την έννοια του φωτός».

Ρωμαϊκό Μωσαϊκό με αναπαράσταση του Αλκμάνου
Ρωμαϊκό Μωσαϊκό με αναπαράσταση του Αλκμάνου να πίνει κρασί (Τέλη 2ου-αρχές 3ου αιώνα π.Χ.)

Ο Αλκμάν λοιπόν δίνει ένα κοσμογονικό μοντέλο που σίγουρα περιγράφει απόψεις παλαιότερες του 7ου π.Χ. αιώνα, όπου υπάρχουν αξιοσημείωτες ταυτίσεις με σύγχρονες κοσμολογικές υποθέσεις βάσει των οποίων το παρατηρήσιμο αστρικό Σύμπαν γεννήθηκε από μια σημειακή ιδιομορφία στο εσωτερικό μιας λευκής οπής που θα μπορούσε να θεωρηθεί μια ανεστραμμένη μελανή οπή. 

Ας σημειωθεί ότι ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 διατυπώθηκαν παρεμφερείς υποθέσεις, σύμφωνα με τις οποίες οι λευκές οπές, που ίσως υπάρχουν, αποτελούν περιοχές του Σύμπαντος οι οποίες υφίστανται τη μεγάλη Έκρηξη με χρονική καθυστέρηση.

Ο αλκμάνειος «πόρος» μπορεί να ταυτισθεί εννοιολογικά με τον λώρο Αϊνστάιν-Ρόζεν, η σημειακή ιδιομορφία με την έννοια «τέκμωρ», ενώ το παράλληλο Σύμπαν από το οποίο εκκινεί ο λώρος με τον χώρο της αποίητης, αδιαμόρφωτης και μη αισθητής ύλης. 

Αυτός ο λώρος σύμφωνα με τη σύγχρονη φυσική μπορεί να ενώνει είτε δύο παράλληλα σύμπαντα είτε δύο διαφορετικές περιοχής του ίδιου σύμπαντος. Η έννοια της λευκής οπής προκύπτει από το γεγονός ότι το «τέκμωρ» ως όριο του «πόρου» είναι, κατά τον Αλκμάνα, το σημείο εκδήλωσης αισθητής ύλης εκ του «μη όντος», αλλά και ενέργειας φωτεινής, εφόσον αμέσως μετά από αυτόν γεννήθηκε η ημέρα.

Ο Αλκμάν (τέλη 7ου αιώνα π.Χ. - περ. 612 π.Χ.) ήταν Έλληνας ποιητής, ο οποίος διαμόρφωσε σε ιδιαίτερο λογοτεχνικό είδος τη χορική ποίηση στη Σπάρτη.

Σύμφωνα με αρχαίες μαρτυρίες, ήταν Έλληνας ιωνικής καταγωγής και γεννήθηκε στις Σάρδεις της Λυδίας. Από εκεί μετανάστευσε στη Σπάρτη. 

Υπήρχαν δύο εκδοχές για την έλευσή του εκεί. Κατά την πρώτη διατάχτηκε με κάποιο χρησμό, κατά τη δεύτερη πουλήθηκε δούλος από τις Σάρδεις. Κατά το λεξικό της Σούδας ήταν Λακεδαιμόνιος, γεννήθηκε στη Μεσσόα και άκμασε κατά την 27η Ολυμπιάδα (672 π.Χ.-668 π.Χ.). 

Στη Σπάρτη έμεινε μέχρι τα βαθιά γεράματά του και ο Παυσανίας αναφέρει ότι στην τοποθεσία Σέβρικον, ανατολικά της Σπάρτης υπήρχε μνημείο του Αλκμάνος.

Περιγράφεται ως άνθρωπος με "ιδιαίτερα ερωτική διάθεση και εφευρέτης των ερωτικών ποιημάτων". Ήταν αρκετά μορφωμένος και οι στίχοι του είναι γεμάτοι από γεωγραφικές πληροφορίες. 

Το απόσπασμά του για τον κόσμο που κοιμάται μετά το τέλος της μέρας, θεωρείται μοναδικό δείγμα ελληνικής ποίησης και το μιμήθηκε ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε στο έργο Το Νυχτερινό Τραγούδι Των Περιπλανώμενων.

Από το έργο του Αλκμάνος σώζονται μερικά αποσπάσματα. Ο ποιητικός λόγος του συνταιριάζει την ιωνική χάρη με τη δωρική βαρύτητα. Αναφέρεται στον έρωτα και τις χαρές της ζωής και περιγράφει την ομορφιά της φύσης με ύφος απλό.

Οι αλεξανδρινοί γραμματικοί χώρισαν τα έργα του σε έξι βιβλία, τα οποία περιείχαν ύμνους, παιάνες, υπορχήματα, σκόλια και παρθένεια.

Ο Αλκμάν ήταν εκείνος που διαμόρφωσε τη χορική ποίηση σε ιδιαίτερο λογοτεχνικό είδος στη Σπάρτη. Δε συνέθετε μόνο το κείμενο των ποιημάτων του, αλλά καθόριζε και τη μουσική και τις χορευτικές και μιμητικές κινήσεις τους.

Το 1855, ο Γάλλος αιγυπτιολόγος Ογκίστ Μαριέτ βρήκε σε τάφο κοντά στη δεύτερη πυραμίδα της Γκίζας έναν πάπυρο με εκατό στίχους από το Παρθένειο του Αλκμάνος «εις Άρτεμιν ορθίαν». 

Το Παρθένειο αρχικά αποτελούσαν δέκα ή δώδεκα στροφές, από τις οποίες σώθηκαν μόνον επτά. Στην αρχή ο χορός από ένδεκα παρθένες, με κορυφαία την Αγησιχόρα, έψελνε άσμα, το οποίο εξιστορούσε τα ηρωικά κατορθώματα του Ηρακλή κατά των Ιπποκωντιδών. 

Στο κύριο μέρος του ποιήματος επαινεί και προβάλλει το κάλλος των νεανίδων Αγησιχόρας και Αγιδούς που μετέχουν στο χορό.

Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του στο κρασί Δένθις (ίσως το αρχαιότερο κρασί με ονομασία προέλευσης), που παρήγετο στη Δενθαλιάτιδα Χώρα (σημερινή περιοχή των Τοπικών Κοινοτήτων του Ταϋγέτου του Δήμου Καλαμάτας). Όπως αναφέρει το περίφημο κρασί Δένθις, ήταν άπυρος οίνος ανθοσμίας (Αλκμάν παρ’ Αθηναίω και Ησύχιος: Ι.31).



Ταξίδι στο Ανεξήγητο

Αντλήθηκαν πληροφορίες απο: Το Βήμα | Wikipedia

Ταξίδι στο Ανεξήγητο

Ταξίδι στο Ανεξήγητο

Ταξίδι στο Ανεξήγητο.Ένα ταξίδι στον κόσμο του ανεξήγητου, του μυστηρίου και της αναζήτησης