Ο Άδωνις μυθολογείται ότι ήταν ένας ωραίος νέος, αγαπημένος της Αφροδίτης. Η Αφροδίτη, «τιμωρώντας» τη Σμύρνα ή Mύρρα (μετέπειτα μητέρα του Αδώνιδος), την έκανε να νιώσει μεγάλο έρωτα για τον Kινύρα, τον οποίο και παραπλάνησε, προκειμένου να ικανοποιήσει τον έρωτά της. Καρπός αυτής της ενώσεως υπήρξε ο Άδωνις, ο οποίος ήταν πολύ όμορφος από τη νηπιακή του ακόμα ηλικία. Η θεά τον έκρυψε μέσα σε μία λάρνακα (κιβώτιο), που την έδωσε στην Περσεφόνη προς φύλαξη. Σε άλλη εκδοχή του μύθου μητέρα του ήταν η Μεθάρμη και αδέλφια του ο Οξύπορος, η Ορσεδίκη, η Λαογόρη και η Βραισία.
Ωστόσο, άλλη εκδοχή του μύθου, μας λέει ότι ο Kινύρας ήταν πατέρας της Σμύρνας. Όταν ανακάλυψε ότι παραπλανήθηκε και έσμιξε με την κόρη του, γεμάτος οργή και αποτροπιασμό την κυνήγησε για να τη σκοτώσει. Η Σμύρνα κατάφερε να ξεφύγει και έτρεξε προς τα βουνά. Εκείνος την πρόλαβε, σήκωσε το σπαθί του και ήταν έτοιμος να της πάρει το κεφάλι, αλλά η Αφροδίτη, παρεμβαίνοντας, πρόλαβε και μεταμόρφωσε τη Σμύρνα στο ομώνυμο φυτό. Καθώς το σπαθί συνέχισε την πορεία του και έκοψε την ήδη μεταμορφωθείσα σε φυτό Σμύρνα, ξεπετάχτηκε από τον κορμό της ο Άδωνις. Τον πήρε τότε η θεά και τον παρέδωσε στην Περσεφόνη μέσα σε μία λάρνακα, όπως προαναφέρθηκε. Όταν η Περσεφόνη άνοιξε το κιβώτιο και αντίκρισε την ομορφιά του μωρού, αποφάσισε μυστικά να μην επιστρέψει ξανά τον Άδωνη. Έτσι, όταν εκείνος μεγάλωσε, αρνήθηκε να τον παραδώσει στην Αφροδίτη. Η τελευταία κατέβηκε στον Κάτω Κόσμο, όπου έμενε η Περσεφόνη μαζί με τον Άδη, για να λυτρώσει τον αγαπημένο της από την κυριαρχία του θανάτου.
Η θεϊκή «διαμάχη» που προέκυψε μεταξύ της θεάς του Έρωτα και της θεάς του Θανάτου, ρυθμίστηκε από τον Δία ως εξής: Ο Άδωνις να μένει το ένα τρίτο του χρόνου στον Κάτω Κόσμο με την Περσεφόνη, το άλλο τρίτο του χρόνου να μένει στον Επάνω Κόσμο με την Αφροδίτη, και το εναπομείναν τρίτο, όπου διάλεγε εκείνος. Η Αφροδίτη χρησιμοποιώντας τη μαγική της ζώνη στην οποία δεν μπορούσε κανείς να αντισταθεί, κατάφερε να της αφιερώσει την επιλογή του.
Έτσι, ο Άδωνις περνούσε τα δύο τρίτα του χρόνου με την Αφροδίτη και το ένα τρίτο με την Περσεφόνη. Τελικά, μετά από χρόνια, ο ωραίος νέος σκοτώθηκε στη διάρκεια ενός κυνηγιού από έναν κάπρο. Η Αφροδίτη θρήνησε πικρά τον αγαπημένο της. Από το αίμα του Αδώνιδος πρόβαλαν για πρώτη φορά από το χώμα τα κόκκινα ρόδα - τριαντάφυλλα, ενώ από τα δάκρυα της θεάς φύτρωσαν οι ανεμώνες. Η Αφροδίτη παρακάλεσε την Περσεφόνη να αφήνει τον Άδωνη να ανεβαίνει στη γη. Η Περσεφόνη δέχθηκε, και ο Άδωνις ανεβαίνει στη γη και μένει έξι μήνες με την Αφροδίτη, ενώ τους υπόλοιπους έξι μήνες μένει με την Περσεφόνη.
Σύμφωνα με την παράδοση, ο τάφος του βρισκόταν στη Βηθλεέμ σε μία υπόγεια σπηλιά στα θεμέλια του Ναού της Θεάς Αστάρτης. Λέγεται ότι το σημείο αυτό είναι ο Ναός της Γεννήσεως. «Αδώνια».
Γυμνόστηθες γυναίκες θρηνούν και καλούν τον θεό να αναστηθεί
Στην αρχαία Ελλάδα, σε ανάμνηση του θανάτου και της αναστάσεως του Αδώνιδος γίνονταν κάθε χρόνο τα «Αδώνια». Η πρώτη ημέρα της γιορτής λεγόταν «Αφανισμός», ήταν ημέρα πένθους για το θάνατο του Θεού που πήγαινε στην Περσεφόνη. Οι γυναίκες με λυμμένα τα μαλλιά τους σε ένδειξη πένθους, ξυπόλητες και γυμνόστηθες, περιέφεραν με θρήνους και οδυρμούς τα ομοιώματα του Θεού στους δρόμους. Στη συνέχεια τα οδηγούσαν στη θάλασσα και τα έριχναν στα νερά παρακαλώντας να επιστρέψει ο Θεός από τον Κάτω Κόσμο. Η δεύτερη μέρα λεγόταν «Εύρεσις» (ανάστασις) ήταν ημέρα χαράς για την ανάσταση του Θεού εκ νεκρών και την ανάληψή του δίπλα στη Θεά Αφροδίτη για το μισό χρόνο....
Τα Αδώνια
Τα Αδώνια είναι (γιατί τελούνται μέχρι και σήμερα) ετήσια γιορτή σε ανάμνηση του θανάτου και της ανάστασης του Άδωνιδος που γινόταν σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Ελλάδας, τα οποία δεν είχαν παντού την ίδια διάρκεια. Αλλού ήταν γιορτές διήμερες, αλλού τριήμερες και αλλού διαρκούσαν εφτά ημέρες...Οι ετοιμασίες πριν την τελετή
Οι γυναίκες εννέα ημέρες πριν την εορτή, τοποθετούσαν μέσα σε αγγεία πήλινα σπόρους από φυτά που αναπτύσσονται γρήγορα, συνήθως σίτο, μαρούλι ή και διάφορα άνθη. Τοποθετούσαν τα αγγεία αυτά στις στέγες των σπιτιών ή όπου αλλού αυτά θα δέχονταν την θερμότητα των ηλιακών ακτίνων ώστε να μεγαλώσουν γρήγορα. Τα φυτά αυτά συμβόλιζαν την νεότητα και το σφρίγος του νεανία θεού, ενώ αναβλασταίνουν γρήγορα και μαραίνονται απότομα, όπως απότομα και πρόωρα αφανίστηκε και ο Άδωνις, εθιμοτυπικό το οποίο αποκαλείται "Κήποι του Αδώνιδος".Η τελετή
Η τελετή χωριζόταν σε δύο κύρια μέρη.Η πρώτη μέρα ήταν πένθιμη και ονομάζονταν «αφανισμός». Στο κομμάτι αυτό οι γυναίκες ακολουθούσαν όλα τα καθιερωμένα τελετουργικά της κηδεύσεως του Άδωνις που ονομάζονταν και ως «πρόθεσις» του νεκρού.
Κατά την ταφική διαδικασία της προθέσεως, οι μαυροφορεμένες γυναίκες τοποθετούσαν σε νεκρική κλίνη ένα ξύλινο ομοίωμα (ξόανο) του Αδώνιδος και επιτελούσαν, σαν να είχαν ένα νεκρό σώμα, τα ταφικά τελετουργικά. Έπλεναν με νερό το ξόανο, μύρωναν το σώμα του Θεού, το έντυναν με το χαρακτηριστικό ύφασμα των νεκρών, το σάβανο και νεκροστόλιζαν με αρωματικά άνθη και κλαδιά αειθαλών δέντρων την κλίνη του.
Ο ποιητής Θεόκριτος, που έζησε 3ο αιώνα π.Χ. και ήταν ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της Ελληνιστικής εποχής, περιγράφει με εξαίσιο τρόπο στο 15ο ειδύλλιό του με τίτλο Συρακουσίαι ή Αδωνιασταί την ατμόσφαιρα της εορτής:
«Έχουν στρώσει αργυρή κλίνη νεκρική για τον όμορφο Θεό. Δίπλα της, βρίσκονται καρποί που δίνουν τα κλαδιά των ιερών δένδρων, και άνθη φυλαγμένα σε πήλινα δοχεία, οι περιώνυμοι κήποι του Αδωνη.
Ο πολυέραστος Άδωνις, αυτός που αγαπούν και στον Αχέροντα ακόμη!
Δέσποινα Αφροδίτη, εσύ είσαι που κρατείς στα χέρια τώρα το ρόδινο σώμα του Αδωνη».
Κατόπιν ακολουθούσε ο θρήνος του νεκρού Αδώνιδος. Ο θρήνος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των ελληνικών ταφικών τελετουργιών. Έχουμε την τύχη να διασώζεται αυτούσιος ένας τελετουργικός θρήνος του Αδώνιδος από τον Βίωνα τον Σμυρναίο που έζησε τον 2ο αιώνα π.Χ.
Το έργο του «Επιτάφιος Αδώνιδος» αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ποιητικά κείμενα της Ελληνιστικής περιόδου που περιγράφει με αριστουργηματικό λογοτεχνικό τρόπο τον θρήνο της Θέας Αφροδίτης για τον Άδωνη.
Τον Άδωνη θρηνολογώ, τον όμορφο που εχάθη,
«πάει, χάθηκεν ο Άδωνης» οι Έρωτες θρηνούνε.
Στα πορφυρά σου Κύπριδα να μην ξαναπλαγιάσεις,
βάλε τα μαύρα σου, καλή, και να στηθοκοπιέσαι,
σύρε φωνή, ο Αδωνης χάθηκεν, ο καλός σου.
Τον Άδωνη θρηνολογώ και οι Έρωτες θρηνούνε
Έπειτα ακολουθούσε η λεγόμενη «Έκθεσις» του ομοιώματος του θνήσκοντος Θεού, δηλαδή η περιφορά, η μετάβαση της ταφικής λάρνακας από τον οίκο προς τον χώρο ταφής του.
Στην πομπή προπορεύονταν οι άντρες και ακολουθούσαν οι γυναίκες, οι αναμένοι πυρσοί και τα κεριά προσέδιδαν σε αυτήν την επιβλητική πομπή μια ιδιαίτερα κατανυκτική ατμόσφαιρα.
Οι πένθιμοι ύμνοι συνεχίζονταν κατά την διαδρομή με την συνοδεία αυλού που παρήγαγε έναν θρηνητικό ήχο και ονομάζονταν γίγγρα. Όταν έφταναν στον υποτιθέμενο χώρο ταφής, έθαβαν το ομοίωμα και ακολουθούσαν οι καθιερωμένες ταφικές χοές, καθώς και ο τελετουργικός κυκλικός χορός των γυναικών γύρω από τον τάφο.
“'Aδωνι, σήκω λίγο, φίλα με για μιάν ακόμα φορά
Φίλα με έτσι που το φίλημά σου να ζήσει.
Ετσι που το πνεύμα σου στο σώμα μου
Και στο αίμα μου να χαθεί.
Φίλα με έτσι που να βυζάξω τις χάρες σου
Και το χυμό του έρωτά σου να πιώ.
Πάρτονε Περσεφόνη πάρτονε τον άνδρα μου
Είσαι δυνατή περισσότερο από μένα.
Ολη η ομορφιά σε σένα έρχεται κάτω
Στον μισητό ΄Αδη. Κι είμαι κακότυχη εγώ
Κι έχω τη δυστυχία αχόρταγη.
Κλαίω τον ΄Αδωνι που μου πέθανε και σε φοβάμαι"
Επιτάφιος Αδώνιδος, Βίωνας
Η επόμενη ημέρα των Αδωνίων ήταν χαρμοσύνη και ενθουσιαστική και ονομάζονταν «Εύρεσις». Εκεί εόρταζαν την ανάσταση, την αναγέννηση του Αδώνιδος με χορούς και γέλια, και συνέτρωγαν με πλούσια γεύματα που προέρχονταν από τις καθιερωμένες θυσίες. Χαρακτηριστικός και ο Ορφικός ύμνος Αδώνιδος:
Κλῦθί μου εὐχομένου, πολυώνυμε, δαῖμον ἄριστε, ἁβροκόμη, φιλέρημε, βρύων ὠιδαῖσι ποθειναῖς, Εὐβουλεῦ, πολύμορφε, τροφεῦ πάντων ἀρίδηλε, κούρη καὶ κόρε, † σὺ πᾶσιν † θάλος αἰέν, Ἄδωνι, σβεννύμενε λάμπων τε καλαῖς ἐν κυκλάσιν ὥραις, αὐξιθαλής, δίκερως, πολυήρατε, δακρυότιμε, ἀγλαόμορφε, κυναγεσίοις χαίρων, βαθυχαῖτα, ἱμερόνους, Κύπριδος γλυκερὸν θάλος, ἔρνος Ἔρωτος, Φερσεφόνης ἐρασιπλοκάμου λέκτροισι λοχευθείς, ὃς ποτὲ μὲν ναίεις ὑπὸ Τάρταρον ἠερόεντα, ἠδὲ πάλιν πρὸς Ὄλυμπον ἄγεις δέμας ὡριόκαρπον· ἐλθέ, μάκαρ, μύσταισι φέρων καρποὺς ἀπὸ γαίης.
΄Ακουσε την προσευχή μου , ώ ένδοξε , άριστε θεέ, με την κομψή κόμη, φίλε της μοναξιάς, που είσαι γεμάτος από περιπόθητους καρπούς. Ω Ευβουλέα με τις πολλές μορφές, φανερέ ανατροφέα των πάντων, που είσαι θηλυκός κι΄αρσενικός , ώ ΄Αδωνι, σ΄όλα είσαι πάντοτε το ωραίο βλαστάρι, σβήνεις και λάμπεις σε ωραίες κυκλικές εποχές , βοηθείς στην αύξηση των καρπών, έχεις δύο κέρατα, είσαι πολύ αγαπητός, σε τιμούν με δάκρυα, έχεις μορφή που λάμπει, χαίρεσαι το κυνήγι, έχεις αξιέραστη ψυχή , είσαι το γλυκό τέκνο της Κύπριδας. Βλαστάρι του έρωτα και γεννήθηκες στα κρεβάτια της Περσεφόνης με τα όμορφα μαλλιά .σύ άλλοτες κατοικείς κάτω από τον σκοτεινό Τάρταρο, κι΄άλλοτε φέρνεις το σώμα σου, όταν ωριμάσει στον καιρό του , προς τον ΄Ολυμπο. Έλα , ώ μακάριε και φέρε στους μύστες καρπούς από τη γή.
[...]Ἀδώνια γὰρ εἶχον αἱ γυναῖκες τότε, καὶ προὔκειτο πολλαχόθι τῆς πόλεως εἴδωλα, καὶ ταφαὶ περὶ αὐτὰ καὶ κοπετοὶ γυναικῶν ἦσαν, ὥστε τοὺς ἐν λόγῳ ποιουμένους τινὶ τὰ τοιαῦτα δυσχεραίνειν καὶ δεδιέναι περὶ τῆς παρασκευῆς ἐκείνης καὶ δυνάμεως, μὴ λαμπρότητα καὶ ἀκμὴν ἐπιφανεστάτην σχοῦσα ταχέως μαρανθῇ. Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Νικίας, κεφ. 13.7.
Ο εορτασμός σε διάφορες περιοχές
ΑθήναΌταν οι Αθηναίοι ετοιμάζονταν για την εκστρατεία στη Σικελία (415-413 π.Χ.), ήταν η εποχή που γιόρταζαν τα Αδώνια, στα μέσα του καλοκαιριού, όπως και στη Σικυώνα, την Αλεξάνδρεια, τη Βύβλο και την Αντιόχεια.
Στα αθηναϊκά Αδώνια, οι γυναίκες θρηνούσαν μπροστά σε δύο νεκροκρέβατα που ήταν τοποθετημένα στις εισόδους των σπιτιών. Πάνω στα νεκροκρέβατα έβαζαν ξύλινα ομοιώματα του Άδωνη και της Αφροδίτης. Γύρω από τα ειδώλια τοποθετούσαν τους "κήπους του Άδωνη" (Ἀδώνιδος κῆποι), δηλαδή γλάστρες με φυτά που αναπτύσσονταν γρήγορα, τα οποία αργότερα τοποθετούσαν πάνω στις στέγες των σπιτιών για να μεγαλώσουν γρήγορα με τη βοήθεια του ήλιου. Η ανάπτυξη των φυτών αποτελούσε σημάδι της ανάστασης του θεού.
Κοντά στον επιτάφιο (νεκροκρέβατο) τοποθετούσαν κούκλες που παρίσταναν έρωτες και πουλιά και δίπλα στο ομοίωμα του Άδωνη άφηναν πλακούντες και γλυκίσματα. Η γιορτή τέλειωνε με θυσίες αγριόχοιρων.
Σκηνή από τη γιορτή του Άδωνη στην Αθήνα
|
Αλεξάνδρεια
Τα Αδώνια γιορτάζονταν και στην Αλεξάνδρεια επί Πτολεμαίων, εορτή για την οποία σώζεται περιγραφή από το Θεόκριτο στο 15ο ειδύλλιό του «Συρακούσιαι ή Αδωνιάζουσαι», όταν την είχε οργανώσει η Αρσινόη Β' της Αιγύπτου, σύζυγος του Πτολεμαίου Β' του Φιλάδελφου.
Κατά την πρώτη ημέρα, ψάλλονταν ύμνοι για τον ιερό γάμο Αφροδίτης και Άδωνι και για την επάνοδο του τελευταίου από τον Κάτω Κόσμο. Η βασίλισσα συνόδευε το ομοίωμα του Άδωνι μαζί με άλλες γυναίκες, που μετέφεραν δύο κρεβάτια φτιαγμένα από χρυσό και άργυρο για την τοποθέτηση των ομοιωμάτων του Αδώνιδος και της Αφροδίτης. Γύρω από αυτά άφηναν καρπούς και φαγητά από αλεύρι, μέλι και λάδι, μυροδοχεία και γλάστρες με γλυκάνισο, κριθάρι, μάραθο κ.ά.
Την επόμενη ημέρα, γυναίκες λυσίκομες, ξυπόλητες και γυμνόστηθες έριχναν τα ομοιώματα του Θεού στα νερά και τον παρακαλούσαν να επιστρέψει πίσω ξανά και το επόμενο έτος.
Άλλες πόλεις και περιοχές
Τα Αδώνια των υπόλοιπων πόλεων, ανάμεσα στις οποίες πιο λαμπρά ήταν της Αθήνας και του Άργους, διοργανώνονταν με τις προσωπικές οικονομικές εισφορές των γυναικών που συμμετείχαν σε αυτά, ενώ στη Ρόδο υπήρχε μια μικτή θρησκευτική αδελφότητα, οι λεγόμενοι «Αδωνιασταί» ή «Αδωνισταί». Η ποιήτρια Σαπφώ από τη Λέσβο επίσης αναφέρεται σε συνήθειες για το θρήνο του θανάτου του Άδωνι.
Σε κάποιες περιοχές, γίνονταν και μυήσεις σε μυστήρια του Θεού. Ο Λουκιανός μάλιστα αναφέρει ότι οι μύστες θυσίαζαν πρόβατο και έπαιρναν μετάληψη.
Κατά την παράδοση, ποιητής των εορταστικών τραγουδιών και των ελεγειών για τον θάνατο του Άδωνι ήταν ο Κινύρας, ο πρώτος βασιλιάς της Κύπρου, που είχε εισάγει στο νησί την λατρεία της Αφροδίτης. Έλεγαν πως είχε έρθει από τη Βύβλο.
Οι τελετές αυτές, για τις οποίες ακόμη και ο προφήτης Ιεζεκιήλ αναφέρει ότι είχε δει τις πιστές του Ταμμούζ (Άδωνι) να θρηνούν στην είσοδο του Ναού της Ιερουσαλήμ, διαδόθηκαν σ’ όλες τις μεσογειακές χώρες και έτυχαν ευρύτατης αποδοχής και στην Ιβηρική, μέχρι που καταργήθηκαν οριστικά από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο γύρω στο 384 μ.Χ.
Μαρτυρία των τελετών, χορών και θρήνων αυτών στην αρχαία Σεβίλλη διασώθηκε στο Βιβλίο των παθών των αγίων Ιούστας και Ρουφίνας, οι οποίες μαρτύρησαν γύρω στο 248. Σύμφωνα με το κείμενο, οι δύο χριστιανές, που πουλούσαν κεραμικά, διασταυρώθηκαν με την περιφορά των πιστών του Άδωνι, οι οποίοι, στην άρνηση των γυναικών να προσφέρουν τάματα στη μνήμη του θεού, τις προπηλάκισαν και εν τέλει τις φυλάκισαν.
Η λατρεία του Άδωνη σε άλλους πολιτισμούς
Η λατινική Βιβλική μετάφραση Βουλγάτα αποδίδει τον Θαμμούζ (Ο') ή Ταμμούζ(Μασοριτικό κείμενο) του βιβλίου του Ιεζεκιήλ (8:14) ως «Άδωνη» (Adonidem, Vg), ταυτίζοντας έτσι τη βαβυλωνιακή θεότητα με τον Άδωνη της αρχαιοελληνικής λατρείας. Ο Ωριγένης δηλώνει ότι "εκείνον που οι Έλληνες ονομάζουν Άδωνη, ονομάζεται Θαμμούζ από τους Εβραίους και τους Σύρους" και ότι οι λάτρεις του γιόρταζαν κάθε χρόνο το θάνατό του με θρήνους και κατόπιν την ανάστασή του με χαρούμενες τελετές. Παρόμοιες αναφορές κάνουν οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς Ιερώνυμος, Κύριλλος και Πορφύριος. Στο αρχαιοαιγυπτιακό πάνθεον ταυτιζόταν με τη λατρεία του Όσιρι, συζύγου της Ίσιδας, ενώ στην χανανιτική λατρεία με τον Βάαλ. Οι μαρτυρίες φανερώνουν ότι η συγκεκριμένη λατρεία εξακολουθούσε να υφίσταται ακόμη και κατά τον Μεσαίωνα.
Βιβλιογραφία
Αρβανιτάκης, Π.(2009), «Αδώνια και Παράδοσις», Ιαχή, 21 Μαρτίου, σελ., 4.
Βρεττός, Λ.(2002), Λεξικό:Τελετών,Εορτών Και Αγώνων Των Αρχαίων Ελλήνων, 2η έκδοση, Αθήνα: Κονιδάρη(1η εκδ 1999).
Βίωνος, Επιτάφιος Αδώνιδος, μτφ. Μπουκάλας, Π., Αθήνα 1991:Αγρά
Θεόκριτος, Μόσχος Και Βίων:Βουκολική Ποίηση Της Ελληνιστικής Περιόδου, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια Μαυρόπουλο, Θ., Αθήνα 2007 : Ζήτρος
Λέτσας, Α.(1989), Μυθολογία Της Γεωργίας:Θρησκεία-Μυθολογία, Ανιμισμός–Μαγείες.-Ταμπού-Τοτεμισμός-Φετιχισμός-Ανθρωπομορφισμός Αθήνα:Τεχνοτυπική (1η έκδ 1949).
Μαρίνης, Π. (2003), Η Ελληνική Θρησκεία, Αθήνα: Νέα Θέσις
Μπακούρος, Κ. Β, Οι Ωραίοι Νεκροί: Επιτάφιος Αδώνιδος Επιτάφιος Θρήνος, Αθήνα 2001: Έσοπτρον.
Οβιδίος Περί Μεταμορφώσεων, ό μετήνεγκεν εκ της λατίνων φωνής εις την ελλάδα Μάξιμος μοναχός ο Πλανούδης,εκδίδουν Μανώλης Παπαθωμόπουλος, Ισαβέλλα Τσαβαρή, Αθήνα 2002:Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Εκδόσεως Έργων Ελλήνων Συγγραφέων.
Πολίτης, Ν.(1966),Λαογραφικά σύμμεικτα,2ηέκδοση Τόμος Γ΄,Αθήνα : Ακαδημία Αθηνών.(1η εκδ 1931)
Alexiou, M. (2002), Ο Τελετουργικός Θρήνος Στην Ελληνική Παράδοση, επιμέλεια αναθεώρησης μετάφραση, Γιατρομανωλάκος Ν. Δημήτρης , Ροΐλος Α. Παναγιώτης, Αθήνα: ΜΙΕΤ.
Burkert, W. (1997), Ελληνική Μυθολογία Και Τελετουργία: Δομή Και Ιστορία, 2η έκδοση, μτφ. Ανδρεάδη Η., Αθήνα :MIET.(1η εκδ 1993).
Burkert, W. (1993), Αρχαία Ελληνική Θρησκεία: Αρχαϊκή και Κλασική Εποχή, μτφ. Μπεζαντάκος Π. Ν, Αβαγιανού A., Αθήνα: Καρδαμίτσα,(1η εκδ 1977).
Scott, R.- Liddell, G. H.(2006), Λεξικόν Της Ελληνικής Γλώσσας, 2η έκδοση., Τ΄5ος , Αθήνα: Πελεκάνος (1η εκδ 1901).
West, M.L. (2004), Αρχαία Ελληνική Μουσική, 2ηεκδοση, μτφ. Κομνηνός Σ., Αθήνα: Παπαδήμα.(1η εκδ 1999).