Το 1936, σ’ ένα μικρό χωριό κοντά στη Ρίγα της Λετονίας, πλησίον των συνόρων με τη γειτονική Εσθονία, κατοικούσε μια οικογένεια χωρικών, που αποτελούνταν από τον πατέρα, τη μητέρα και τα τρία τους παιδιά.
Ο πατέρας, περίπου σαράντα ετών, ήταν ένας γερός άνθρωπος, έξυπνος και δραστήριος, ο οποίος συμπλήρωνε τις ελλείψεις της μόρφωσής του με την εφημερίδα και το ραδιόφωνο. Η σύζυγός του, λίγο νεότερή του, ήταν μια ψηλή γυναίκα, αεικίνητη, σύντροφος και βοηθός του στα πάντα. Το μεγαλύτερο παιδί τους, η Velta, ήταν 15 ετών και ο Victor ήταν μόλις 7 ετών. Μα, στη σειρά ανάμεσά τους υπήρχε και η 11χρονη Ilga, η οποία είχε απασχολήσει ιδιαιτέρως τους Γερμανούς επιστήμονες σε τέτοιο βαθμό, ώστε πολλές γερμανικές εφημερίδες έστελναν διαρκώς ειδικούς απεσταλμένους, για να δουν από κοντά το παράδοξο αυτό κορίτσι.
Η Ilga Kirps, που με τα δεδομένα της εποχής της είχε χαρακτηριστεί αρχικά από τους δασκάλους της ως ένα παιδί με διανοητική καθυστέρηση, ήταν παρ’ όλα αυτά ένα παιδί-θαύμα.
Στο δημοτικό σχολείο, όπου αποφάσισαν να τη στείλουν οι γονείς της κάπως μεγαλύτερη από την ηλικία που όριζε ο νόμος, δεν μπορούσε να παρακολουθήσει καθόλου τα μαθήματα. Έπειτα από μερικά χρόνια μάταιων προσπαθειών των δασκάλων και των γονέων, έπειτα από άκαρπες τιμωρίες και επιπλήξεις, ζήτησαν τη συμβουλή και τη βοήθεια της ιατρού του χωριού. Η ιατρός παρατήρησε, φυσικά, ότι το κορίτσι είχε διανοητική καθυστέρηση, αλλά τίποτε άλλο. Τότε, οι γονείς πήραν τη μικρή Ilga και πήγαν στη Ρίγα, αλλά κι εκεί δεν τους είπαν σπουδαία πράγματα. Μόνο να κάνουν υπομονή και να μην πάψουν να ελπίζουν. Αλλά, οι γονείς δεν ικανοποιήθηκαν με μια τέτοια απάντηση.
Η 11χρονη κόρη τους δεν μπορούσε ακόμη να μιλήσει καλά, μιας και βασικά συλλάβιζε. Για σωστή ανάγνωση κειμένου, ούτε λόγος! Επίσης, της ήταν ακατόρθωτο να μετρήσει. Όμως, υπήρχαν στιγμές καταπληκτικών εξαιρέσεων. Όταν, για παράδειγμα, ο δάσκαλος τύχαινε να στέκεται κοντά στην Ilga και να διαβάζει σιωπηλά το κείμενο, που έπρεπε να διαβάσει κατόπιν η μικρή, τότε εκείνη άρχιζε να διαβάζει χωρίς κανένα λάθος και με μεγάλη αυτοπεποίθηση, μάλιστα. Έτσι, τουλάχιστον φαινόταν. Μόνο του, όμως, το παιδί δεν μπορούσε να αρθρώσει παρά μερικές αράδες και αυτές, κομπιάζοντας και κάνοντας ένα σωρό λάθη.
Όταν ο δάσκαλος παρακολουθούσε το κείμενο με τα μάτια του και δεν τα έπαιρνε καθόλου απ’ το χαρτί, τότε η Ilga διάβαζε υπέροχα! Τι είδους παράδοξη περίπτωση ήταν αυτή;
Ο δάσκαλος δεν άργησε να αντιληφθεί ότι η Ilga δε διάβαζε καθόλου το κείμενο, αλλά τις σκέψεις του! Άλλωστε, πώς αλλιώς θα μπορούσε να εξηγηθεί το γεγονός ότι αυτό το παιδί-θαύμα διάβαζε όλα τα βιβλία, χωρίς καν να βλέπει τις σελίδες τους; Επίσης, πώς γινόταν αυτό το κορίτσι να «διαβάζει» άπταιστα σε όλες τις γλώσσες, γερμανικά, ρωσικά, γαλλικά, αγγλικά, χωρίς να κατανοεί ούτε μια λέξη από τις γλώσσες αυτές, κοιτάζοντας παράλληλα έξω απ’ το παράθυρο;
Εν τούτοις, πριν καταλήξει σε αυτό το εντελώς ανορθόδοξο συμπέρασμα ο δάσκαλος, ότι δηλαδή η μικρή διάβαζε τις σκέψεις των άλλων, πρώτη η μητέρα της είχε καταλάβει τις συγκλονιστικές δυνατότητες του παιδιού της. Η μητέρα της, λοιπόν, διάβαζε σιωπηλά για τον εαυτό της, αλλά η Ilga απήγγελλε τα λόγια, που διάβαζε η μητέρα της, χωρίς να ρίχνει ούτε βλέμμα στο βιβλίο.
Τότε, η μητέρα αποφάσισε να πάει το παιδί της σε έναν επιφανή ιατρό. Εκείνος διαπίστωσε αμέσως ότι επρόκειτο για κάτι εξόχως ασυνήθιστο. Εξέτασε τους γονείς και πιστοποίησε ότι τόσο αυτοί, όσο και οι πρόγονοί τους, ήταν απολύτως υγιείς, αν και το κορίτσι έδειχνε δείγματα διανοητικής καθυστέρησης. Έτσι, ο νεαρός Δόκτωρ αποτάθηκε στον Διευθυντή του Ιατροδικαστικού Ινστιτούτου του Λετονικού Πανεπιστημίου της Ρίγας. Το αποτέλεσμα των παρατηρήσεων του, ο Καθηγητής Φέρντιναντ φον Νόιραϊτερ το παρουσίασε στο βιβλίο του «Γνώσεις ξένων γνώσεων, που αποκτήθηκαν μέσω άγνωστης οδού».
Η περίπτωση της Ilga Kirps απασχόλησε πολλούς Γερμανούς επιστήμονες και εξήγειρε τεράστιο ενδιαφέρον. Πολλοί έσπευσαν να εξετάσουν το φαινόμενο. Δημοσιογράφος, απεσταλμένος γερμανικής εφημερίδας, περιέγραψε ως εξής τις εντυπώσεις που αποκόμισε απ’ το παιδί-θαύμα της Λετονίας:
«Αρχικά, επισκέφτηκα τον ιατρό του χωριού, που ευχαρίστως μου διηγήθηκε εκτενώς την κατάσταση του παιδιού και δέχτηκε να με συνοδεύσει στο σπίτι των γονιών του.
Με δέχτηκαν με κάποια επιφύλαξη, αλλά όταν πρόσφερα μια μεγάλη πλάκα σοκολάτας στην οικοδέσποινα, διαλύθηκαν αυτομάτως όλες οι καχυποψίες. Για την ηλικία της, η μικρή Ilga ήταν μάλλον κοντή και κακοφτιαγμένη. Το πρόσωπό της ήταν εξαιρετικά απαθές και φαινόταν να μη συμμετέχει σε τίποτα από όσα συνέβαιναν γύρω της. Όταν της μιλούσαν, απαντούσε με ευγένεια και κάποιες φορές χαμογελούσε, αλλά ήταν απολύτως σαφές ότι ο πνευματικός και ψυχικός της κόσμος περιβαλλόταν από σκοτάδι. Η ομιλία της και οι αντιδράσεις της, άλλωστε, ταίριαζαν σε παιδί ηλικίας τριών ετών.
Όμως, οι γονείς της και οι συγγενείς της, που την πλαισίωναν με απερίγραπτη αγάπη, δεν έμοιαζαν να τη λυπούνται. Αντιθέτως, η μητέρα της δήλωνε υπέρμετρα υπερήφανη για τις ξεχωριστές, υπερφυσικές ικανότητες της μικρής, παρά λυπημένη για τις ελλείψεις της.
Πάντως, είδα με τα μάτια μου, σε αρκετές περιπτώσεις που μου παρουσίασε η μητέρα, να διαβάζει η ίδια σιωπηλά αποσπάσματα από εφημερίδες, περιοδικά και βιβλία, και η Ilga Kirps να τα απαγγέλλει αυτολεξεί, χωρίς καν να στρέφει το βλέμμα της κατά κει. Απίστευτο, μπορώ να πω… Πραγματικά, απίστευτο!»
Το παιδί-θαύμα της Λετονίας, που διάβαζε τις σκέψεις των άλλων, παρουσιάζοντας μια καταπληκτική τηλεπαθητική δεινότητα, προβλημάτιζε τους επιστημονικούς κύκλους, που πάσχιζαν να κατανοήσουν το παράδοξο φαινόμενο «Ilga Kirps».
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Η ΒΡΑΔΥΝΗ», στις 01/09/1936
Πηγή