Το 1925, όλοι οι κάτοικοι του μεσαιωνικού χωριού Rochefort-en-Terre, στη Βρετάνη της Γαλλίας, ήταν αναστατωμένοι από το παράξενο στοίχειωμα, που ταλαιπωρούσε την οικία της κυρίας Ντουβρύ και είχε γίνει βασικό θέμα στον γαλλικό Τύπο.
Στο Rochefort-en-Terre είχαν αρχίσει να συρρέουν άνθρωποι από τις γύρω περιοχές, προκειμένου να δουν και να ακούσουν το φάντασμα, καθώς ήταν ιδιαιτέρως θορυβώδες και είχε διαταράξει την ηρεμία ολόκληρου του γραφικού οικισμού. Οι ηλικιωμένοι δεν τολμούσαν να περάσουν το κατώφλι του σπιτιού τους και έμεναν κλειδαμπαρωμένοι, ενώ οι γονείς απαγόρευαν στα παιδιά τους να παίξουν στα σοκάκια του χωριού. Οι κάτοικοι του παραμυθένιου εκείνου τόπου πίστευαν πως το στοιχειό ήταν ένα ακέφαλο πλάσμα, που είχε τη δύναμη να καταραστεί οποιονδήποτε συναντούσε στο διάβα του.
Οι περισσότεροι χωρικοί είχαν καταληφθεί από μια ανεκδιήγητη δεισιδαιμονία και συμβουλεύονταν μετά μανίας διάφορα βιβλία Μαύρης Μαγείας, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν το θορυβώδες πνεύμα. Μάλιστα, η κυρία Ντουβρύ λάμβανε καθημερινά πλήθος επιστολών. Οι ανώνυμοι επιστολογράφοι την τροφοδοτούσαν με κάθε είδους αλλόκοτες συμβουλές: “Βράστε καρφιά σε καυτό λάδι και το φάντασμα θα εμφανιστεί ενώπιόν σας!”, έγραφε κάποιος. Άλλοι ανέφεραν λεπτομερώς ποικίλους εξορκισμούς, ικανούς να αποδιώξουν το στοιχειό.
Το γεγονός ήταν ότι η δυστυχής κυρία Ντουβρύ είχε αρχίσει να λιώνει από τον φόβο και την αγωνία να προστατέψει τα ανήλικα παιδιά της, ενώ η υγεία της ολοένα κι έφθινε. Το πνεύμα δεν τους άφηνε να ξαποστάσουν ούτε στιγμή. Ανεξήγητοι κρότοι, μακρόσυρτα τριξίματα, ανοιγοκλεισίματα θυρών και παραθύρων, άγρια ουρλιαχτά και γοεροί αναστεναγμοί αποτελούσαν αναπόσπαστο κομμάτι του καθημερινού τους βίου. Δεν ήταν λίγες οι φορές, που η τρομοκρατημένη γυναίκα πεταγόταν τις νύχτες έξω από το σπίτι της, ικετεύοντας για βοήθεια από τους γείτονες.
Σε μια τέτοια περίπτωση, που η κυρία Ντουβρύ είχε βγει έξω στον δρόμο, ζητώντας βοήθεια από τους περίοικους, το φάντασμα παρουσιάστηκε αγριεμένο στα παιδιά της, που είχαν απομείνει μες στο πολύπαθο σπίτι. Με βλοσυρή και απόκοσμη φωνή τους είπε: “Φύγετε γρήγορα από το σπίτι μου! Εγώ θα μείνω εδώ και θα σας βασανίζω, μέχρι να το εγκαταλείψετε!”
Ειδοποιήθηκε αμέσως η Χωροφυλακή και απέστειλε δυνάμεις επί τόπου. Τότε, ξεκίνησε μια πρωτοφανής επικοινωνία ανάμεσα στα όργανα της τάξης και στο στοιχειό, με ανταλλαγή σημαδιών και κτύπων. Πάντως, αν και ακολούθησαν τους παράδοξους ήχους, οι Χωροφύλακες δεν κατόρθωσαν να εντοπίσουν το ταραχοποιό φάντασμα.
Η παλαιότατη μεσαιωνική οικία της κυρίας Ντουβρύ ήταν χτισμένη, όπως οι περισσότερες του χωριού, πάνω σε σαθρά θεμέλια, αλλά και πάνω από ένα πολυδαίδαλο σύστημα υπόγειων υπονόμων, που έμελλε να ερευνηθούν διεξοδικά, ώστε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο απάτης από κάποιον κακοπροαίρετο φαρσέρ.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΑΘΗΝΑΙ”, στις 10/12/1925…
Πηγή