Την Κυριακή 19 του Ιουνίου 1966 ένα ζευγάρι συνταξιούχων από τον Καναδά τράβηξε μια… περίεργη φωτογραφία, όταν πήγαν διακοπές στην Αγγλία και επισκέφθηκαν το Εθνικό Ναυτικό Μουσείο στο Γκρήνουιτς.
Φτάνοντας στο τμήμα Queen’s House του μουσείου, ο αιδεσιμότατος Ρεβ Χάρντυ μαγεύτηκε από τη κομψή σπειροειδή σκάλα – γνωστή ως η «Tulip Staircase» και τράβηξε μερικές φωτογραφίες. Όταν τις εμφάνισε, μια αέρινη γυναικεία μορφή στη λαβή της σκάλας του έκοψε την ανάσα.
Η φωτογραφία αυτή θεωρείται μια από τις πιο ευκρινείς απεικονίσεις φαντασμάτων, ενώ δεν αποτελεί το μοναδικό στοιχείο που αποδεικνύει ότι το συγκεκριμένο τμήμα του μουσείου είναι στοιχειωμένο.
Η ιστορία της φωτογραφίας
Γύρω στις 17:00 το απόγευμα ο Ρεβ Χάρντυ τραβούσε φωτογραφίες από το εσωτερικό του κτιρίου και αφού εμφάνισε τα φιλμ παρατήρησε μια αέρινη μορφή να ακουμπά στο κιγκλίδωμα της σκάλας.
Η γυναίκα του που ήταν μαζί του, είπε πως εκείνη την στιγμή που τραβήχτηκε η φωτογραφία στεκόταν δίπλα του και δεν υπήρχε τίποτα στην σκάλα. Επίσης, το ζευγάρι επεσήμανε ότι στη σκάλα δεν μπορούσε να ανέβει κανείς, καθώς είχε ένα σχοινί στην αρχή της και μια ταμπέλα που έγραφε «Απαγορεύεται η είσοδος». Τα αρνητικά της φωτογραφίας στάλθηκαν για εξέταση σε ειδικούς της Kodak αλλά δεν βρέθηκε καμία ένδειξη αλλοίωσης ή επεξεργασίας από ανθρώπινο χέρι.
Όπως ανέφεραν, ο Χάρντυ χρησιμοποίησε μια κάμερα χειρός την οποία στήριξε σε κάποιο περβάζι και εκτιμήθηκε ότι η λήψη δεν κράτησε πάνω από ένα δευτερόλεπτο. Το 1967 ο Χάρντι επέστρεψε στο παλάτι και προσπάθησε να αναδημιουργήσει την φωτογραφία με τη βοήθεια του φωτογράφου Μπράιαν Τρέμαν.
Η «Λέσχη Φαντασμάτων»
Η φωτογραφία πυροδότησε το ενδιαφέρον της «Λέσχης Φαντασμάτων», οι οποίοι είχαν πεισθεί ότι «η φωτογραφία αυτή είναι γνήσια και ως εκ τούτου, θα τους ενδιέφερε να ερευνήσουν περαιτέρω την περιοχή της σκάλας».
Επτά μέλη της «Λέσχης Φαντασμάτων» πέρασαν τη νύχτα του Σαββάτου 24 Ιουνίου του 1967 στο μουσείο. Σκοπός τους ήταν να δουν το φάντασμα, να το μαγνητοσκοπήσουν ή να το ηχογραφήσουν για να έχουν κάποια πειστικά στοιχεία.
Όλοι φόρεσαν παπούτσια με μαλακή σόλα για να μην κάνουν θόρυβο, συγχρόνισαν τα ρολόγια τους και έφεραν μαζί τους ένα φακό, ένα σημειωματάριο και ένα μολύβι, για να είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή. Όπως είπαν, έπρεπε να καταγράψουν τα πάντα, «… Κάθε μυρωδιά , οσμή ή άρωμα … κάθε θόρυβο,… κάθε αίσθηση παρουσίας, ή κάποιο άγγιγμα… ή κάτι ασυνήθιστο – σημειώνοντας δίπλα το χρόνο».
Ένας από τους συμμετέχοντες έγραφε στις παρατηρήσεις του: «22.54 Χτυπά κουδούνι 23.12 Φωτεινή πέτρα 23.15 Μυρωδιά του υγρού υγρής πέτρας στην σκάλα 23.22½ Ένα χτύπημα κουδουνιού….» Στη συνέχεια, όπως αναφέρεται σε δημοσιευμένα άρθρα, η γραφή έγινε δυσανάγνωστη και απότομα σταμάτησαν οι παρατηρήσεις. Ωστόσο, οι παρατηρήσεις αυτές θεωρήθηκαν ανεπαρκείς και το μυστήριο της σκάλας παρέμεινε άλυτο.
Οι μαρτυρίες
Ωστόσο, παράξενες και ανεξήγητες σκιώδεις φιγούρες και βήματα έχουν δει και έχουν ακούσει και άλλοι επισκέπτες του μουσείου, καθώς και το προσωπικό. Επίσης λέγεται ότι κάποιοι είχαν δει μια χλωμή γυναίκα που σκούπιζε το αίμα από το κάτω μέρος της σκάλας.
Εικάζεται ότι ήταν το αίμα μιας υπηρέτριας που πριν από 300 χρόνια κάποιος την έσπρωξε από το ψηλότερο σκαλί και πέθανε. Επίσης, έχει ειπωθεί ότι κάποιοι τουρίστες έχουν τσιμπηθεί από αόρατα δάχτυλα, ότι έχουν ακούσει πόρτες να ανοιγοκλείνουν και παιδικές φωνές να τραγουδούν.
Η πιο πρόσφατη μαρτυρία έγινε τον Μάιο του 2002 από τον Τόνυ Άντερσον, που εργαζόταν ως βοηθός στην γκαλερί του μουσείου ο οποίος συγκεκριμένα είπε: «Εγώ και δύο συνάδελφοί του μιλούσαμε, όταν κάτι τράβηξε την προσοχή μου.
Ένας από τους συμμετέχοντες έγραφε στις παρατηρήσεις του: «22.54 Χτυπά κουδούνι 23.12 Φωτεινή πέτρα 23.15 Μυρωδιά του υγρού υγρής πέτρας στην σκάλα 23.22½ Ένα χτύπημα κουδουνιού….» Στη συνέχεια, όπως αναφέρεται σε δημοσιευμένα άρθρα, η γραφή έγινε δυσανάγνωστη και απότομα σταμάτησαν οι παρατηρήσεις. Ωστόσο, οι παρατηρήσεις αυτές θεωρήθηκαν ανεπαρκείς και το μυστήριο της σκάλας παρέμεινε άλυτο.
Οι μαρτυρίες
Ωστόσο, παράξενες και ανεξήγητες σκιώδεις φιγούρες και βήματα έχουν δει και έχουν ακούσει και άλλοι επισκέπτες του μουσείου, καθώς και το προσωπικό. Επίσης λέγεται ότι κάποιοι είχαν δει μια χλωμή γυναίκα που σκούπιζε το αίμα από το κάτω μέρος της σκάλας.
Εικάζεται ότι ήταν το αίμα μιας υπηρέτριας που πριν από 300 χρόνια κάποιος την έσπρωξε από το ψηλότερο σκαλί και πέθανε. Επίσης, έχει ειπωθεί ότι κάποιοι τουρίστες έχουν τσιμπηθεί από αόρατα δάχτυλα, ότι έχουν ακούσει πόρτες να ανοιγοκλείνουν και παιδικές φωνές να τραγουδούν.
Η πιο πρόσφατη μαρτυρία έγινε τον Μάιο του 2002 από τον Τόνυ Άντερσον, που εργαζόταν ως βοηθός στην γκαλερί του μουσείου ο οποίος συγκεκριμένα είπε: «Εγώ και δύο συνάδελφοί του μιλούσαμε, όταν κάτι τράβηξε την προσοχή μου.
Μια πόρτα έκλεισε και είδα μια γυναίκα, ντυμένη με ένα λευκό-γκρι χρώμα, ντεμοντέ, κάτι σαν φόρεμα κρινολίνο. Αρχικά νόμιζα ότι ήταν η κοπέλα που κάνει τις διαλέξεις τα Σαββατοκύριακα, αλλά μόλις την είδα να περνάει μέσα από τον τοίχο, σοκαρίστηκα.
Δεν πίστευα στα μάτια μου. Ανατρίχιασα και ένιωσα ένα κρύο ρεύμα να με διαπερνά. Πήγαμε προς το δωμάτιο της βασίλισσας και κάτι διήλθε μέσα στο δωμάτιο και πέρασε από τον τοίχο. Την ίδια στιγμή οι συνάδελφοι μου αισθάνθηκαν ένα κρύο ρεύμα»....